- Ἐπαφροδίτως
- Ἐπαφρόδιτοςmasc acc pl (doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἐπαφροδίτως — ἐπαφροδί̱τως , ἐπαφρόδιτος lovely adverbial ἐπαφροδί̱τως , ἐπαφρόδιτος lovely masc/fem acc pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
επαφρόδιτος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ε. ο απόστολος. Ήταν βοηθός του αποστόλου Παύλου στα κηρύγματά του. Η μνήμη του τιμάται στις 8 Δεκεμβρίου. 2. Ε. ο μάρτυς. Ένας από τους «μάρτυρες 12 εν Βιζύη». 3. Ε. ο μάρτυς. Ένας από τους… … Dictionary of Greek